- επικάμπιος
- ἐπικάμπιος, -ον (Α) [επικάμπτω]1. επικαμπής, κυρτός2. «ἐπικάμπιος τάξις» — διάταξη μάχης κατά την οποία η μία ή και οι δύο πτέρυγες σχηματίζουν γωνία προς το μέσο τής φάλαγγας και προωθούνται για να πλευροκοπήσουν τον εχθρό ή οπισθοχωρούν για να αποκρούσουν εχθρική πλευροκόπηση3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐπικάμπιονα) η επικαμπή. β) (για οικοδόμημα) η πτέρυγαγ) στον πληθ. οι συζυγίες τής τροχιάς τής σελήνης4. φρ. «ἐν ἐπικαμπίῳ» — γωνιωδώς, σχηματίζοντας γωνίες.
Dictionary of Greek. 2013.